Σάββατο 26 Σεπτεμβρίου 2015

ΤΕΣΣΕΡΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΛΕΩΝΙΔΑ ΓΑΛΑΖΗ ΣΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ "ΘΕΥΘ"



Λεωνίδας Γαλάζης
ΑΓΥΡΙΣΤΗ ΣΚΛΑΒΙΑ
Νόμιζες πως τα κορίτσια που χάνονταν για μέρες κυοφορούσαν την ανταρσία. Τα δάκρυα της ροδιάς δεν ωφελούσαν. Κι εσύ τα γύρευες στον ουρανό. Οι φλόγες που τύλιγαν το σώμα τους. Κι οι κρυψώνες τους. Με το πικρό ψωμί της αμαρτίας και τις ελιές. Κι οι γριές με σάπια μήλα στην ποδιά τους.
Ούτε που πρόσεχες πως σφύριζαν τα σκολιαρόπαιδα. Κι έπεφτες σ' ένα πηγάδι και τρέχαν τα κορίτσια που τόσες μέρες γύρευες στο δάσος. Πιο σκοτεινά με το χνούδι των κυδωνιών. Γυρεύοντας τα μυστικά τους στο πηγάδι. Πικρό ψωμί κι ελιές. Κι ύστερα κόλλυβα.
Και δεν μπορούσαν να σε δουν εκεί που πολεμούσες. Με τις δυνάμεις του θανάτου. Κι ύστερα τρέχαν στα ξωκλήσια να ξεπλύνουν τις πομπές των προγόνων μας. Μα του κορμιού τους κάθε κύτταρο διαπέρασαν οι ρύποι και τρέμανε.
Κι ας τις καλούσαν οι μάρτυρες τη σκλαβιά ν' αποσείσουν. Μα κείνες προσεύχονταν... Σκυλιά, πώς μαγαρίσατε της ύπαρξής μας κάθε χνάρι; Με τα γρόσια να κουδουνίζουν στα κεφάλια σας.

ΟΙ ΜΕΡΕΣ ΜΕΝΟΥΝ
Οι μέρες μένουν εμείς φεύγουμε οι μέρες σαν σκληρές κοτρόνες γδέρνοντας τα πόδια μας αποδρούμε κι όλο γυρίζουμε στα ίδια κελιά οι φρουροί κάνουν πως δεν μας βλέπουν νομίζουμε πως το νερό στο ποτάμι είναι σημερινό μα είδε πολλών εχθρών τις απειλές.
Νερό του Θεού φωτιά στα σπλάχνα μας ανήσυχη κι ιδέες σαν περίστροφα στον κρόταφο πήγαινε καλύτερα με το ρεύμα θα σ' αφανίσουν οι δυνάμεις του νερού λαβωματιές στην ψυχή σε μάθαμε καλά
ξύπνα και κοίταξε τις ματωμένες πέτρες δεν είδες τους διαδηλωτές φαίνεται δεν άκουσες τις κραυγές ποιος άνεμος φύσηξε και σ' έφερε τα κουπιά σε περιμένουν ποια βάρκα σε ποιες ακρογιαλιές τις αναθυμιάσεις της ψυχής σου
πώς δεν άκουσες τις κραυγές τα στίγματα του φόβου πώς δεν είδες νόμισες πως θα στερέψει το ποτάμι δεν υπολόγισες την ηλικία του τις σθεναρές του αντιστάσεις λαός σαν θάλασσα στις στέγες, στα κλαδιά των ευκαλύπτων.

ΑΝΤΙΣΤΑΣΕΙΣ
Ποτέ μας δεν προβλέψαμε ότι το χιόνι
θα τσάκιζε τη Θέλησή μας
Ποτέ μας δεν υπολογίσαμε τα πουλιά
με τα σπασμένα φτερά.

Πάλι καλά που τα παιδιά δεν είδαν και σήμερα
βαλσαμωμένες τις αντιστάσεις μας.
Για πόσο θα τα ξεγελούμε πια
με τα φριχτά μας χαμόγελα;

ΣΤΟ ΚΡΑΤΟΣ ΤΗΣ ΣΙΩΠΗΣ
Εκείνοι που βυθίστηκαν
στο κράτος της σιωπής
κοιμούνται στον βυθό της φορτωμένοι
με σπάνια πετρώματα
κι ανθούς της τρικυμίας.

Τα όνειρά τους, όμως, ταξιδεύουν
στις αποικίες των κοραλλιών.
Κι ανθίζουν στο σκοτάδι σαν καρφιά
των οιδημάτων τ' άστρα.

Μέχρι τα βάθη του ύπνου τους
να λουλουδίσουν τ' άστρα
τα χελιδόνια να κρυφτούν
από τις μαύρες συμφορές αποδιωγμένα.

  ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΘΕΥΘ 1 (2015) 68-70.

Σάββατο 5 Σεπτεμβρίου 2015

ΚΥΜΒΑΛΑ ΧΡΥΣΑ



ΚΥΜΒΑΛΑ ΧΡΥΣΑ
Με σταγόνες ύμνων την υγειά μας είπαν θα βρίσκαμε. Αρκεί ν' ακολουθούσαμε τυφλά τη συνταγή τους. Τι δόξα κι αυτή! Ναυαγοί με ωσαννά στις ξέρες. Δείχναμε τις πληγές μας στους ρήτορες που βυθισμένοι σε θρόνους τα λόγια των σειρήνων καμάρωναν. Κι ούτε κουβέντα για τα σαπιοκάραβα των ναυαγών. Τους φωνάζαμε: “Αφήστε πια τους πληρωμένους υμνωδούς και τα μπαλόνια, κοιτάξτε τους ναυαγούς στα μάτια, δείτε τους σπασμένους αρμούς του φρονήματός τους, τα κουφάρια των παιδιών τους”. Μα κείνοι κύμβαλα τρελά, ενώ σειρήνες ύμνους έμμισθες ανέπεμπαν ... Μέχρι την άβυσσο του νου κύμβαλα, κύμβαλα χρυσά, κύμβαλα, κύμβαλα, κύμβαλα!

(26/04/15-05/09/15)
Λεωνίδας Γαλάζης