Τρίτη 22 Οκτωβρίου 2019

Λεωνίδας Γαλάζης, Η συμβολή του Ανδρέα Κλ. Σοφοκλέους στην έρευνα γύρω από τη ζωή και το έργο του Τεύκρου Ανθία


Δρ Λεωνίδας Γαλάζης
Η συμβολή του Ανδρέα Κλ. Σοφοκλέους στην έρευνα
γύρω από τη ζωή και το έργο του Τεύκρου Ανθία

Στο εισαγωγικό σημείωμά του υπό τον τίτλο «Αφιέρωμα στον Τεύκρο Ανθία. 50 χρόνια από τον θάνατό του (1903-1968)»,[1] που ήταν ίσως το τελευταίο κείμενο που έγραψε ο Α. Σοφοκλέους για τον λογοτέχνη, ο μελετητής προβαίνει σε αποτίμηση της ενασχόλησής του με την ανθιακή έρευνα, που περιλαμβάνει συγκέντρωση και έκδοση αθησαύριστων κειμένων του Ανθία σε αυτοτελείς τόμους, ετοιμασία ειδικών αφιερωμάτων για το λογοτεχνικό και δημοσιογραφικό του έργο και οργάνωση συνεδρίου για τον ίδιο.
Πιο συγκεκριμένα, εξέδωσε σε συνεργασία με τις εκδόσεις Εν Τύποις τέσσερα βιβλία (ενώ πέμπτο βιβλίο είναι υπό έκδοση) με αθησαύριστο υλικό από εφημερίδες και περιοδικά το οποίο περιλαμβάνει ταξιδιωτικά κείμενα, απομνημονεύματα, χρονογραφήματα και αντιστασιακά κείμενα της περιόδου 1955-1959. Οργάνωσε ημερίδα για τον Τεύκρο Ανθία (2015) και εξέδωσε τα Πρακτικά της (2016), ετοίμασε ειδικά αφιερώματα και δημοσίευσε μελέτες πάνω σε διάφορες πτυχές του δημοσιογραφικού και λογοτεχνικού έργου του χαλκέντερου πνευματικού δημιουργού στο περιοδικό Κυπριακή Βιβλιοφιλία,[2] το οποίο εκδιδόταν από τον ίδιο, ως επικεφαλής εκδοτικής ομάδας. Όπως σημειώνει ο Σοφοκλέους, η ενασχόλησή του με την ανθιακή έρευνα καλύπτει την τελευταία δεκαπενταετία της ζωής του.
Η μακρά ενασχόληση του Α. Σοφοκλέους με την ιστορία του κυπριακού Τύπου, που προϋπέθετε την αναδίφηση του συνόλου των κυπριακών εφημερίδων, είχε ως αποτέλεσμα να στρέψει την προσοχή του, στο πλαίσιο της ευρύτερης πολυσχιδούς έρευνάς του, σε στοιχεία γύρω από τη ζωή και το έργο αρκετών παλαιότερων λογοτεχνών, καθόλου ή ελάχιστα γνωστών στο ευρύτερο κοινό (π.χ. των Θεμιστοκλή Θεοχαρίδη, Θεόδουλου Κωνσταντινίδη κ.ά.). Ήταν, επομένως, φυσικό το ενδιαφέρον του να επικεντρωθεί και στον Τεύκρο Ανθία, έναν σημαντικό ποιητή και λόγιο, η αξία του οποίου είναι ήδη αναγνωρισμένη, αλλά θεωρούμε ότι μπορεί ακόμη να αναδειχθεί με την έκδοση και άλλων αθησαύριστων κειμένων του.
Ας εξετάσουμε πρώτα τους αυτοτελείς τόμους, στους οποίους συγκεντρώθηκαν από τον Σοφοκλέους κείμενα του Ανθία δημοσιευμένα σε εφημερίδες (ας ληφθεί υπόψη ότι για μεγάλο διάστημα της ζωής του ο ποιητής ασχολήθηκε επαγγελματικά με τη δημοσιογραφία). Τα βιβλία αυτά εκδόθηκαν από τις εκδόσεις Εν Τύποις και η κυκλοφορία τους διευκολύνθηκε από τη συνεργασία του εκδοτικού οίκου με την εφημερίδα Χαραυγή.
Το πρώτο βιβλίο της σειράς έργων του Ανθία είναι το αυτοβιογραφικό αφήγημα Πώς έζησα 18 μήνες στις Κεντρικές Φυλακές (2011) και εντάσσεται, όπως και όλα τα άλλα του ίδιου συγγραφέα, στη Σειρά των Εκδόσεων Εν Τύποις «Κύπριοι λογοτέχνες – Άγνωστα Κείμενα». Στην Εισαγωγή του ο Σοφοκλέους αναφέρεται γενικά στην ανάγκη συγκέντρωσης και έκδοσης των αθησαύριστων κειμένων του Ανθία και σημειώνει ότι μεγάλο μέρος του έργου του βρίσκεται διάσπαρτο σε περιοδικά και εφημερίδες των δεκαετιών 1930, 1940 και 1950 και είναι υπογραμμένο με διάφορα ψευδώνυμα, πράγμα που δυσκολεύει την ανίχνευσή του. Θεωρεί ότι η αξιολόγηση του έργου του Ανθία μπορεί να γίνει με ασφαλή και σφαιρική τεκμηρίωση, μόνο όταν συγκεντρωθεί το διάσπαρτο έργο του και εκδοθεί σε τόμους (σ. 9).[3]
Το αφήγημα Πώς έζησα 18 μήνες στις Κεντρικές Φυλακές δημοσιεύθηκε σε συνέχειες στην καθημερινή εφημερίδα Πρωινή (Φεβρουάριος-Ιούνιος 1937). Σε αυτό ο Τ. Ανθίας αναφέρεται στη σύλληψή του από τους Άγγλους το 1932 και στη φυλάκισή του στις Κεντρικές Φυλακές, λόγω της συμμετοχής του στα Οκτωβριανά του 1931, με την κατηγορία ότι «ήταν μέλος του παράνομου Κομμουνιστικού Κόμματος Κύπρου και ότι προέβαινε σε στασιαστική δράση για ανατροπή του καθεστώτος» (σ. 10). Με ωμό, σε αρκετά σημεία, ρεαλισμό αλλά και με ειρωνεία και χιούμορ αποτυπώνονται στις σελίδες του αφηγήματος οι σκληρές συνθήκες διαβίωσης των κρατουμένων, αλλά και η πίστη του αφηγητή στη ζωή, καθώς και η βαθύτατα υπαρξιακή του σχέση με τη λογοτεχνική γραφή και την ανάγνωση.
Την επόμενη χρονιά (2012) εκδόθηκε το βιβλίο Στη χώρα του Νείλου: ταξιδεύοντας στην Αίγυπτο: εντυπώσεις και σκίτσα, στο οποίο συγκεντρώθηκαν δημοσιογραφικά κείμενα του Ανθία σχετικά με την Αίγυπτο. Στην εισαγωγή του ο Σοφοκλέους εντάσσει τα κείμενα αυτά στην ευρύτερη κατηγορία των ταξιδιωτικών κειμένων του Ανθία, τα οποία γράφτηκαν κατά την περίοδο 1930-1950, και τα θεωρεί ως τα καλύτερα του είδους. Ακολούθως σημειώνει ότι τα κείμενα του τόμου δημοσιεύθηκαν στην εφημερίδα της Λευκωσίας Πρωινή, υπό τον τίτλο Στη χώρα του Νείλου (1936-1937). Ο Ανθίας στάλθηκε από την εφημερίδα αυτή ως ανταποκριτής στην Αίγυπτο, ειδικά για να ετοιμάσει ταξιδιωτικές ανταποκρίσεις. Ως αποτέλεσμα αυτής της αποστολής, δημοσιεύθηκαν 42 τέτοια κείμενα, από τις 13 Νοεμβρίου 1936 μέχρι το τέλος Ιανουαρίου 1937.
Σε αυτά τα ταξιδιωτικά κείμενα ο Ανθίας αναφέρεται σε διάφορους τομείς της ζωής στην Αίγυπτο, τόσο του γηγενούς πληθυσμού όσο και των Αιγυπτιωτών Ελλήνων. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι σελίδες στις οποίες γίνονται αναφορές σε λογοτέχνες του αιγυπτιακού ελληνισμού (π.χ. Καβάφης, Αλιθέρσης, Ν. Νικολαΐδης κ.ά.). Ο Σοφοκλέους θεωρεί ειδικά αυτά τα «αιγυπτιακά» κείμενα του Ανθία ως «σημαντική συμβολή στην ανάπτυξη της κυπριακής ταξιδιωτικής λογοτεχνίας, καθότι ο συγγραφέας «δεν περιορίζεται σε τυπικές περιγραφές», αλλά επικεντρώνεται εξισορροπημένα τόσο στο περιβάλλον όσο και στον άνθρωπο, παρέχει σημαντικά στοιχεία και πληροφορίες για την Ελληνική και Κυπριακή Παροικία των σημαντικών αστικών κέντρων της Αιγύπτου και «ασκεί», κατά τη διατύπωσή του, «κοινωνική κριτική και καυ<σ>τηριάζει την κοινωνική ανισότητα και αδικία που χαρακτηρίζει την κοινωνία της Αιγύπτου» (σ. 10-11).
Το τρίτο βιβλίο στο οποίο συγκεντρώθηκαν από τον Α. Σοφοκλέους αθησαύριστα δημοσιογραφικά κείμενα του Τ. Ανθία εκδόθηκε το 2014 και φέρει τον τίτλο Τεύκρος Ανθίας. Ο χρονογράφος. Όπως σε κάθε ένα από τα βιβλία αυτής της σειράς, υπάρχει ο πρόλογος του επιμελητή της έκδοσης. Ειδικά, όμως, σε αυτόν τον τόμο, ο Σοφοκλέους συνεργάστηκε με τον Ομότιμο Καθηγητή Νεοελληνικής Φιλολογίας του Ιόνιου Πανεπιστημίου Θεοδόση Πυλαρινό, ο οποίος ανέλαβε τη φιλολογική επιμέλεια και υπογράφει την εκτεταμένη Εισαγωγή του βιβλίου με υπότιτλο «Τεύκρος Ανθίας, ο διαχρονικά “επίκαιρος”» (σ. 11-34).
Στο βιβλίο, όπως σημειώνει ο Σοφοκλέους στον πρόλογό του, περιέχονται χρονογραφήματα που ο Ανθίας δημοσίευσε στην εφημερίδα Χαραυγή στα πρώτα δύο χρόνια της κυκλοφορίας της, τη διετία 1956-1957, με το ψευδώνυμο Επίκαιρος. Διευκρινίζει δε ότι η συγκέντρωση των κειμένων αυτών του Ανθία δεν είναι πλήρης, δεδομένου ότι δημοσιεύεται μια επιλογή 121 χρονογραφημάτων τα οποία δεν είχαν ως κεντρικό θέμα τον Απελευθερωτικό Αγώνα της ΕΟΚΑ, δεδομένου ότι αυτά θα συγκεντρώνονταν σε ξεχωριστό τόμο. Αξιοσημείωτη είναι η πληροφορία που παραθέτει ο Σοφοκλέους ότι ο Ανθίας δημοσίευε στην ίδια εφημερίδα σατιρικά ποιήματα με το ψευδώνυμο Ζεβεδαίος (σ. 7-8), συνεχίζοντας με αυτό τον τρόπο την προγενέστερη ενασχόλησή του με τη σατιρική ποίηση, ως «Πεννοφόρος» στην εφημερίδα Ελευθερία, στο περιοδικό Κυπριακή Επιθεώρησις, αλλά και σε αυτοτελή ποιητικά φυλλάδια.
Στην εκτεταμένη φιλολογική εισαγωγή, που ακολουθεί, ο Θ. Πυλαρινός εντάσσει τον Τ. Ανθία «στην πλειάδα των καλών εκείνων χρονογράφων […] που δημιούργησαν μια μακρά και λαμπρή παράδοση […]» υποστηρίζοντας ότι αυτός επηρεάστηκε από τους Ελλαδίτες χρονογράφους, «κατά το διάστημα της παραμονής του στην Ελλάδα» (σ. 24). Ακολούθως, ο Πυλαρινός εξετάζει τις θεματικές των χρονογραφημάτων του «Επίκαιρου», αναφέρεται στη γλώσσα και στις διακειμενικές τους αναφορές και υπογραμμίζει την «πολυμέρεια» και τη σύνθετη συγγραφική προσωπικότητα του Ανθία (σ. 24-34).
Με τη δειγματοληπτική, έστω, συγκέντρωση των χρονογραφημάτων του Ανθία σε έναν τόμο, αναδεικνύεται μια ενδιαφέρουσα πτυχή του σύνολου συγγραφικού του έργου, που αξίζει να συνεξεταστεί με τον κεντρικό κορμό των Ποιητικών του Απάντων, αλλά και των δημοσιευμένων θεατρικών του κειμένων, χωρίς να υποτιμάται καθόλου ο όγκος και ενδεχομένως και η ποιότητα των κειμένων του που παραμένουν ακόμη αθησαύριστα.
Με τον τόμο Τεύκρος Ανθίας, Αντιστασιακά κείμενα 1955-1959 (2016) υλοποιείται η πρόθεση του Σοφοκλέους για ξεχωριστή συγκέντρωση χρονογραφημάτων του Ανθία με κεντρικό θέμα τον Αγώνα της ΕΟΚΑ. Βέβαια, στο βιβλίο αυτό δεν αναδημοσιεύονται μόνο χρονογραφήματα από τη Χαραυγή αλλά και ποιήματα, σχόλια, άρθρα, δοκίμια, εκκλήσεις, απομνημονεύματα, από τις εξής πηγές (εκτός από τη ως άνω εφημερίδα): το περιοδικό Νέα Εποχή (1959) και τα βιβλία του Τεύκρου Ανθία Το ημερολόγιο του C.D.P. (1956) και Ποιητικά Άπαντα (1962). Όπως σημειώνει στον πρόλογο του βιβλίου ο Σοφοκλέους, σε όλα τα επιλεγμένα κείμενα «αποκαλύπτεται η αφοσίωση του Τεύκρου Ανθία στην ιδέα της ελευθερίας και στον αντιαποικιακό αγώνα, η αγάπη του για την Ελλάδα και ιδιαίτερα για την Κύπρο […]», καθώς και «η προσήλωσή του στα ανθρώπινα δικαιώματα και την κοινωνική δικαιοσύνη, την ειρήνη και τη συμφιλίωση των λαών […]» (σ. 7-8). Ο Ανθίας, όπως υποστηρίζει βάσιμα ο Σοφοκλέους, «αναδεικνύεται ως ένας διανοούμενος και θεωρητικός της αριστερής ιδεολογίας διεθνούς εμβέλειας, ως ένας χαρισματικός και ταλαντούχος ηγέτης, ο οποίος μέσα από τον λόγο, την απλότητα και λιτότητά του άγγιζε με επιτυχία τις ευαίσθητες χορδές των απλών ανθρώπων για ελευθερία, κοινωνική δικαιοσύνη και απόλαυση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων τους» (σ. 10-11).
Από τα κείμενα που αναδημοσιεύονται στον πιο πάνω τόμο είναι αξιοσημείωτα μερικά δείγματα της σατιρικής ποίησης που δημοσίευε ο Ανθίας στη Χαραυγή, με το ψευδώνυμο Ζεβεδαίος. Ένα από τα ζητούμενα της ανθιακής έρευνας είναι αφενός να τεκμηριωθεί η ταύτιση του Ζεβεδαίου με τον Ανθία (αν δεν έχει ήδη τεκμηριωθεί και απλώς μας διαφεύγει αυτή η πληροφορία) και, αφετέρου, να συγκεντρωθούν και να αναδημοσιευθούν τα σατιρικά αυτά ποιήματα.
Ο Α. Κλ. Σοφοκλέους δεν πρόλαβε να δει ολοκληρωμένο το πέμπτο βιβλίο κειμένων του T. Ανθία στη Σειρά «Κύπριοι λογοτέχνες – Άγνωστα Κείμενα» των Εκδόσεων Εν Τύποις, στην οποία κυκλοφόρησαν τα τέσσερα πιο πάνω βιβλία, στα οποία έχουμε ήδη αναφερθεί. Ο ίδιος είχε συγκεντρώσει επιπλέον ταξιδιωτικά κείμενα του Ανθία, πέρα από εκείνα που αναφέρονται στην Αίγυπτο και τα οποία εκδόθηκαν υπό τον τίτλο Στη χώρα του Νείλου. Τα κείμενα βρίσκονταν στο τυπογραφείο, είχε προλάβει να γράψει την εισαγωγή και προέβη σε διορθώσεις των τυπογραφικών δοκιμίων προτού «φύγει» από τη ζωή. Το βιβλίο πρόκειται να εκδοθεί από τις εκδόσεις Εν Τύποις και θα φέρει τον τίτλο Ταξιδιωτικά κείμενα.[4]
Στην Εισαγωγή του στα Ταξιδιωτικά κείμενα ο Σοφοκλέους σημειώνει ότι θεωρεί τα κείμενα που συγκεντρώνονται σε αυτόν τον τόμο εξίσου σημαντικά με τα προηγούμενα ομοειδή κείμενα που εκδόθηκαν στη Χώρα του Νείλου. Ακολούθως, αναφέρει ότι το βιβλίο αρθρώνεται σε δύο μέρη: Στο Α΄ Μέρος περιλαμβάνονται κείμενα του Τ. Ανθία με θέμα επισκέψεις του συγγραφέα σε χωριά και πόλεις της Κύπρου και τα οποία δημοσιεύτηκαν στην εφημερίδα Ελευθερία τα έτη 1938 και 1939. Το Β΄ Μέρος «αποτελείται», όπως σημειώνει ο Σοφοκλέους, «από ανταποκρίσεις του Τ. Ανθία από την Αίγυπτο που δημοσιεύτηκαν και πάλι στην εφημερίδα Ελευθερία το 1940, τέσσερα δηλαδή χρόνια μετά από την πρώτη επίσκεψή του εκεί το 1936».[5]
Τα ταξιδιωτικά κείμενα του Α΄ Μέρους διαπνέονται, όπως διαπιστώνει ο Α. Σοφοκλέους, από «ρομαντική και σατιρική κάποτε διάθεση» και περιέχουν ενδιαφέρουσες πληροφορίες γύρω από οικονομικά, κοινωνικά, πολιτιστικά και άλλα ζητήματα, για διάφορες κοινότητες της κυπριακής υπαίθρου του τέλους της δεκαετίας του 1930, λίγο πριν από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Από την άλλη, τα κείμενα του Β΄ Μέρους, όπως μας πληροφορεί ο επιμελητής της έκδοσης, προέκυψαν από μια δεύτερη επίσκεψη του Ανθία στην Αίγυπτο, με αφορμή «την εθελοντική στράτευση των Κυπρίων από τη Βρετανική Διοίκηση και τη δημιουργία της Εθελοντικής Δύναμης και του Κυπριακού Συντάγματος, που προωθήθηκαν στα διάφορα μέτωπα του πολέμου». Στα κείμενα αυτού του Μέρους περιγράφεται η αναχώρηση των Κυπρίων από την Αμμόχωστο και η άφιξή τους στην Αίγυπτο. Ακολούθως, περιγράφονται σκηνές από τη ζωή τους στο στρατόπεδο εκπαίδευσης. Και στο βιβλίο αυτό (όπως και στη Χώρα του Νείλου) παρατίθενται σχόλια και πληροφορίες για τους Κ.Π. Καβάφη, Νίκο Νικολαΐδη, Γλαύκο Αλιθέρση, Τίμο Μαλάνο, Μαρία Ρουσσιά, Χρήστο Πετρώνδα και άλλους.[6]
Με την αναμενόμενη έκδοση των Ταξιδιωτικών κειμένων του Τ. Ανθία θα ολοκληρωθεί η πεντάτομη έκδοση κειμένων του συγγραφέα στη Σειρά «Κύπριοι λογοτέχνες - Άγνωστα κείμενα» των εκδόσεων Εν Τύποις, σε επιμέλεια Α. Σοφοκλέους. Το βέβαιο είναι ότι απομένουν και άλλα κείμενα του Ανθία αθησαύριστα, όπως λόγου χάρη οι εκατοντάδες των σατιρικών του ποιημάτων, που δημοσιεύθηκαν κατά καιρούς κυρίως στον ημερήσιο Τύπο. Το ζήτημα αυτό απασχόλησε τον Α. Σοφοκλέους στο Επιστημονικό Συνέδριο Τεύκρου Ανθία, τα Πρακτικά του οποίου είναι μία ακόμη σημαντική συμβολή του στην προώθηση της ανθιακής έρευνας. Το εν λόγω Συνέδριο πραγματοποιήθηκε στις 13 και 14 Νοεμβρίου 2015 στο Πανεπιστήμιο Λευκωσίας, με πρωτοβουλία του Ινστιτούτου Μέσων Μαζικής Επικοινωνίας του ίδιου Πανεπιστημίου και με τη συνεργασία των Ενώσεων Λογοτεχνών και Συντακτών Κύπρου, του Ερευνητικού Ινστιτούτου «Προμηθέας» και του περιοδικού Κυπριακή Βιβλιοφιλία. Σε αυτό παρουσιάστηκαν 13 εισηγήσεις από μελετητές της ζωής και του έργου του Τ. Ανθία, ανάμεσα στους οποίους και η κόρη του ποιητή, Φλόγα Ανθία.[7] Με τις εισηγήσεις αυτές προωθείται η ανθιακή έρευνα και κυρίως υποδεικνύονται οι αδιερεύνητες ακόμη περιοχές της.
Ένας από τους ομιλητές στο πιο πάνω συνέδριο ήταν ο Α. Σοφοκλέους˙ η Ανακοίνωσή του ήταν ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα και πρωτότυπη, δεδομένου ότι παρουσίαζε στοιχεία γύρω από την αδιερεύνητη σατιρική ποίηση του Ανθία. Θέμα της εισήγησής του ήταν: «Η σατιρική ποίηση του Τεύκρου Ανθία ως πολιτικό και κοινωνικό ρεπορτάζ».[8] Στην εισαγωγή της μελέτης του ο Σοφοκλέους υποστηρίζει ότι η σατιρική ποίηση του Τ. Ανθία «αποτελεί σημαντικό και πολύτιμο μέρος του έργου του, αλλά δεν είναι γνωστή στους πολλούς, γιατί την έγραφε με ψευδώνυμα και γι' αυτό δεν την έχουν εντοπίσει και δεν έχουν ασχοληθεί σοβαρά με αυτήν αρκετοί». Ακριβέστερα σημειώνει ότι κανείς δεν ασχολήθηκε με αυτό το θέμα (σ. 39).
Στη συνέχεια της πιο πάνω μελέτης του, ο Σοφοκλέους αποδίδει την ενασχόληση του Ανθία με τη σατιρική ποίηση στη στιχουργική του ευχέρεια λόγω των ποιητάρικων καταβολών του, στον εύθυμο χαρακτήρα και στο πηγαίο χιούμορ του, καθώς και στην καθημερινή ενασχόλησή του με τη δημοσιογραφία. Ακολούθως, επικεντρώνεται στην πρώτη συστηματική συνεργασία του Ανθία ως σατιρικού ποιητή, κατά την περίοδο 1937-1941. Στο διάστημα αυτό ο ποιητής δημοσίευε καθημερινά σατιρικά ποιήματα στην εφημερίδα Ελευθερία, με το ψευδώνυμο Πεννοφόρος. Τα ποιήματα αυτά ανέρχονται σε οκτακόσια, κατά τον Σοφοκλέους, ο οποίος θεωρεί σχεδόν βέβαιο ότι ο ποιητής κυκλοφορούσε σε φυλλάδια υπό τον τίτλο «Τάδε έφη Πεννοφόρος» τα σατιρικά του ποιήματα, για βιοποριστικούς σκοπούς.
Η ενασχόληση του Ανθία με τη σατιρική ποίηση συνεχίζεται από τις στήλες του περιοδικού Κυπριακή Επιθεώρησις (1941-1945), με τη χρησιμοποίηση του ίδιου ψευδώνυμου (Πεννοφόρος). Η τρίτη φάση της ανθιακής σατιρικής ποίησης καλύπτει τη διετία 1956-1957, όταν ο ποιητής δημοσίευε τα κείμενά του στην πρωτοσέλιδη στήλη «Τάδε έφη Ζεβεδαίος» της εφημερίδας Χαραυγή, χρησιμοποιώντας το ψευδώνυμο Ζεβεδαίος. Ολοκληρώνοντας τη μελέτη του, ο Σοφοκλέους επισημαίνει ότι η προσφορά του Ανθία στη σατιρική ποίηση ήταν σημαντική, αλλά παρέμεινε άγνωστη και παραμελημένη. Σημειώνει δε ότι είχε συγκεντρώσει τα αθησαύριστα στις πιο πάνω εφημερίδες σατιρικά ποιήματα και ότι, αν εξασφάλιζε χρηματοδότηση, θα τα εξέδιδε σε έναν τόμο. Τα ποιήματα αυτά, εξ όσων γνωρίζουμε, δεν έχουν παραδοθεί στις εκδόσεις Εν Τύποις και πιθανότατα δεν απόκεινται στο αρχείο του Σοφοκλέους. Πάντως, η συγκέντρωση και η έκδοση των σατιρικών ποιημάτων του Ανθία είναι ένα από τα σημαντικότερα ζητούμενα της έρευνας, μολονότι όπως τόνιζε βάσιμα και ο Σοφοκλέους, δεν είναι όλα της ίδιας ποιότητας.      
Παράλληλα με την έκδοση των τόμων στους οποίους έχουμε αναφερθεί, ο Α. Σοφοκλέους δημοσίευσε από τις στήλες του περιοδικού Κυπριακή Βιβλιοφιλία (2007-),[9] το οποίο διηύθυνε ο ίδιος, μελέτες και σημειώματα γύρω από τη ζωή και το έργο του Τ. Ανθία. Επιπλέον, αναδημοσίευσε κείμενα του ίδιου του ποιητή, καθώς και μελετητών της ζωής και του έργου του.
Η δημοσιογραφική συνεργασία του Ανθία με την εφημερίδα Πρωινή εξετάζεται στο τεύχος 11 της Κυπριακής Βιβλιοφιλίας (2009).[10] Όπως σημειώνει ο Σοφοκλέους, ο ποιητής ήταν ένας από τους μόνιμους συνεργάτες της εφημερίδας, διατηρώντας μόνιμη δική του στήλη στην πρώτη σελίδα με χρονογραφήματα και δοκίμια. Ήταν επίσης υπεύθυνος της φιλολογικής στήλης στη δεύτερη σελίδα, όπου δημοσίευε ποιήματα δικά του και άλλων.
Πολύ σημαντική είναι ακόμη η πληροφορία που παρατίθεται από τον Σοφοκλέους, ότι ο Ανθίας, στο πλαίσιο της συνεργασίας του με την ίδια εφημερίδα, «έγραφε μελέτες και δοκίμια για ξένους, ελλαδίτες και κύπριους λογοτέχνες, μυθιστορήματα σε συνέχειες, έκανε ρεπορτάζ σε επίκαιρα και κοινωνικά θέματα και το 1937 δημοσίευσε σε συνέχειες τα απομνημονεύματά [sic] του από τη 18μηνη παραμονή του στις Κεντρικές Φυλακές». Ας σημειωθεί ότι η πολυδιάστατη συγγραφική προσωπικότητα του Ανθία μάς ήταν γνωστή και από προγενέστερους μελετητές, όπως λόγου χάρη ο Γιάννης Κατσούρης, που αναφέρθηκαν στην πεζογραφική και θεατρική περιοχή του συγγραφικού του έργου. Στον Σοφοκλέους, ωστόσο, οφείλεται η πολύτιμη σταδιακή επανέκδοση σημαντικού μέρους των αθησαύριστων κειμένων του Ανθία, η οποία πρέπει να συνεχιστεί. Ειδικότερα, από το δημοσίευμα που σχολιάζουμε απορρέει ένα ακόμη ζητούμενο για την ανθιακή έρευνα, καθότι εκτός από τη συγκέντρωση και έκδοση της επικαιρικής σατιρικής του ποίησης, είναι απαραίτητο να εντοπισθούν και να εκδοθούν και τα κριτικά του κείμενα που βρίσκονται διάσπαρτα είτε στην Πρωινή είτε σε άλλες εφημερίδες. 
Στο τεύχος 16 της Κυπριακής Βιβλιοφιλίας (2010-2011), το πρώτο από τα δύο αφιερώματα του περιοδικού στον Ανθία, ο Σοφοκλέους δημοσιεύει νέα στοιχεία για τον αφορισμό του ποιητή από την Εκκλησία της Κύπρου, αναφέρεται στα πρώτα τεύχη του περιοδικού Φλόγα, που εκδιδόταν από τον Ανθία στη Σπάρτη, εξετάζει τη στήλη αλληλογραφίας του ποιητή στην Πρωινή (1932-1937) και προβαίνει σε προδημοσίευση αποσπάσματος από το αυτοβιογραφικό αφήγημα 18 μήνες στις Κεντρικές Φυλακές, προτού αυτό κυκλοφορήσει από τις εκδόσεις Εν Τύποις. Ειδικά για το ζήτημα του αφορισμού του Ανθία (Μάιος 1931), εξαιτίας της κυκλοφορίας του βιβλίου του Δευτέρα Παρουσία, επειδή περιείχε «αθεϊστικάς, αντιχριστιανικάς και αντιεκκλησιαστικάς ιδέας» και για την άρση του αφορισμού μετά από δήλωση μετανοίας εκ μέρους του ποιητή, ο Σοφοκλέους αντλεί πληροφορίες από τον ημερήσιο κυπριακό Τύπο της εποχής, καθώς και από τα περιοδικά Απόστολος Βαρνάβας και Σπίθα. Αξιοσημείωτη είναι, εξάλλου, η αναφορά του μελετητή στην επικοινωνία που είχε ο Ανθίας με τους νέους λογοτέχνες, από τις στήλες της Πρωινής, συνδυάζοντας την αγάπη και τη θετική στάση με «την αντικειμενικότητα και την αυστηρή κριτική», όπου ήταν αναγκαίες.[11]
Στη σταθερή συνεργασία του Ανθία, κατά τη διετία 1946-1948, με την εφημερίδα Δημοκράτης (εκφραστικό όργανο του ΑΚΕΛ), αναφέρεται ο Σοφοκλέους σε άρθρο του που δημοσιεύθηκε το 2015 στην Κυπριακή Βιβλιοφιλία (τχ. 33).[12]  Στην εφημερίδα αυτή ο Ανθίας διατηρούσε τη στήλη του χρονογραφήματος, με το ψευδώνυμο Επίκαιρος. Η συνεργασία του με την εφημερίδα διακόπτεται τον Ιούνιο του 1948, «όταν ο Ανθίας μεταναστεύει οικογενειακά στο Λονδίνο».
Περισσότερο μακροσκοπική είναι η στόχευση του επόμενου δημοσιεύματος του Σοφοκλέους στο τχ. 34 της Κυπριακής Βιβλιοφιλίας, υπό τον τίτλο «Το δημοσιογραφικό έργο του Τεύκρου Ανθία».[13] Ο Σοφοκλέους σημειώνει ότι −αν εξαιρεθούν μερικές εκδόσεις σε δική του επιμέλεια− το δημοσιογραφικό έργο του Ανθία παραμένει αθησαύριστο και διασκορπισμένο σε εφημερίδες και περιοδικά, καθώς και σε δικά του δυσεύρετα έντυπα. Το αθησαύριστο αυτό έργο, όπως διαπιστώνει ο μελετητής, εκτείνεται από τη δεκαετία του 1930 μέχρι τη δεκαετία του 1960 στην Κύπρο και στο Λονδίνο. Το εύρος και η έκταση του δημοσιογραφικού έργου του ποιητή αποδίδεται από τον μελετητή στο γεγονός ότι «η δημοσιογραφία αποτελούσε για δεκαετίες το επάγγελμα από το οποίο κέρδιζε τα προς το ζην ο Τ. Ανθίας». Στη συνέχεια ο Σοφοκλέους σημειώνει ότι «ενώ [ο ποιητής] άρχισε τη ζωή του από τα παιδικά του χρόνια ως ποιητάρης, πουλώντας στα πανηγύρια τις ποιητάρικες φυλλάδες του κι ενώ προσδοκούσε ότι θα σταδιοδρομήσει ως δάσκαλος, η διαγραφή του από το μητρώο των δασκάλων από την αποικιακή κυβέρνηση λόγω της κομμουνιστικής του δράσης δεν του άφησε άλλα περιθώρια παρά να επιδοθεί στη δημοσιογραφία. Η μετέπειτα λογοτεχνική του παραγωγή και η περιορισμένη πώληση των βιβλίων του ελάχιστα συνέβαλε στον οικογενειακό προϋπολογισμό. Έτσι, μόνιμο και σταθερό εισόδημα είχε από το επάγγελμα του δημοσιογράφου, το οποίο συμπλήρωνε σε κάποιο βαθμό η πώληση των λογοτεχνικών του βιβλίων».[14]
Στην ίδια μελέτη ο Σοφοκλέους παραθέτει τους τίτλους εννέα εντύπων (επτά εφημερίδων και δύο περιοδικών) με τα οποία συνεργάστηκε συστηματικά ο Ανθίας (εφημερίδες: Παρατηρητής: 1930-1931, Πρωινή: 1934-1937, Κυπριακόν Μέλλον: 1937, Εσπερινή: 1938, Ελευθερία: 1937-1941, Δημοκράτης: 1946-1948, Χαραυγή: 1956-1957 − περιοδικά: Κυπριακή Επιθεώρησις: 1942-1945, Νέα Εποχή:  1959 κ.ε. Τέλος, αναφέρεται στα περιοδικά που εκδίδονταν από τον ίδιο τον Ανθία: Φλόγα (1925, 1944-1946, 1948), Σπίθα (1944), Τάδε έφη Πεννοφόρος (1941).
Στο τεύχος 36 της Κυπριακής Βιβλιοφιλίας ο Σοφοκλέους αναφέρεται εμπεριστατωμένα στη σατιρική ποίηση που έγραφε ο Ανθίας με το ψευδώνυμο Πεννοφόρος στην εφημερίδα Ελευθερία και στο περιοδικό Κυπριακή Επιθεώρησις, όπως είδαμε αναλυτικότερα πιο πάνω. Αξίζει δε να σημειωθεί ότι στο σημείωμά του αυτό αναφέρεται στην αυτοτελή έκδοση Τάδε έφη Πεννοφόρος (1941), στην οποία δημοσιεύθηκαν μόνο τα εννέα πρώτα ομότιτλα σατιρικά φυλλάδια από ένα σύνολο 100, δημοσιευμένων κατά την περίοδο 1941-1944, τα οποία σήμερα λανθάνουν.[15]
Οι λόγοι για τους οποίους ο Ανθίας αποφάσισε το 1948 να μεταναστεύσει στην Αγγλία εξετάζονται από τον Σοφοκλέους στο τεύχος 37 της Κυπριακής Βιβλιοφιλίας. Ο μελετητής θεωρεί ότι δεν ευσταθεί η άποψη ότι ο ποιητής έφυγε από την Κύπρο το 1948, λόγω διαφωνίας του με την ηγεσία του ΑΚΕΛ ή επειδή έπεσε σε δυσμένεια από το κόμμα. Η άποψη αυτή τεκμηριώνεται με αναφορά σε δημοσίευμα της εφ. Δημοκράτης (19 Απρ. 1948), στο οποίο παρατίθεται η πληροφορία ότι ο Ανθίας θα μετέβαινε στο Λονδίνο, γιατί ήθελε να διευρύνει τον κύκλο της λογοτεχνικής του δράσης και να προβάλει το έργο του διεθνώς. Αξιοσημείωτο είναι επίσης το γεγονός ότι, σύμφωνα με πληροφορίες της Φλόγας Ανθία, κόρης του ποιητή, στο ταξίδι του πατέρα της προς το Λονδίνο έγινε κατάσχεση της βαλίτσας που περιείχε το αρχείο του και αυτή δεν επιστράφηκε ποτέ. Έτσι χάθηκε μεγάλο μέρος του αρχείου του ποιητή.[16]
Ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα είναι η μελέτη του Α. Σοφοκλέους «Ένας φιλολογικός καυγάς γύρω από την κηδεία του Δημήτρη Λιπέρτη», που δημοσιεύθηκε στο τεύχος 2/42, στη νέα ανανεωμένη μορφή του περιοδικού υπό τον τίτλο Κυπριακή Βιβλιοφιλία – Φιλοτεχνία. Η σημασία της μελέτης αυτής έγκειται στο γεγονός ότι, αφενός, «φωτίζει» μια αμφιλεγόμενη διαμάχη γύρω από την κηδεία του Λιπέρτη και, αφετέρου, εμπεριέχει ίσως το πρώτο εγχείρημα, εξ όσων γνωρίζουμε για σχολιασμό ενός από τα εκατοντάδες αθησαύριστα σατιρικά ποιήματα του Ανθία, μιας παρωδίας των «Μοιραίων» του Βάρναλη. Ενδέχεται δε να αναδειχθεί με τη μελλοντική έρευνα ο Ανθίας ως ένας από τους σημαντικούς νεοέλληνες σατιρικούς ποιητές με αξιόλογη προσφορά στον τομέα της παρωδίας. Στο ως άνω δημοσίευμα, λοιπόν, ο Σοφοκλέους αναφέρεται στη φιλολογική έριδα που ξέσπασε τον Ιούλιο - Αύγουστο 1937 με αφορμή την κηδεία του Δ. Λιπέρτη. Στην έριδα αυτή συμμετείχαν με δημοσιεύματά τους οι Σ. Χρίστης, Αντ. Ιντιάνος, Κ. Π. Χατζηιωάννου, Άντης Περνάρης κ.ά. Στην ίδια φιλολογική έριδα έλαβε μέρος και ο Τ. Ανθίας με ένα σατιρικό του ποίημα, τους «Κακο-μοιραίους», που είναι παρωδία των «Μοιραίων» του Βάρναλη. Ο Σοφοκλέους συσχετίζει τη φιλολογική αυτή διαμάχη με τους δύο πόλους γύρω από τους οποίους ομαδοποιούνταν και δραστηριοποιούνταν οι πνευματικοί άνθρωποι, κατά την υπό εξέταση περίοδο: τον πόλο του περιοδικού Κυπριακά Γράμματα (ένθερμοι υποστηρικτές του Β. Μιχαηλίδη: Κ. Προυσής, Α. Ιντιάνος κ.ά.) και τον πόλο του περιοδικού Πάφος (φανατικοί υποστηρικτές της ποίησης του Δ. Λιπέρτη: Λ. Φιλίππου, Ά. Περνάρης).[17]
Στην τελευταία δημοσιευμένη μελέτη του, υπό τον τίτλο «Μια σημαντική επιστολή του Πέτρου Άθωνα προς υπεράσπιση του Τεύκρου Ανθία», στο πλαίσιο του δεύτερου αφιερώματος της Κυπριακής Βιβλιοφιλίας στον ποιητή, με την ευκαιρία της συμπλήρωσης 50 χρόνων από τον θάνατό του (τχ. 4/44), ο Σοφοκλέους αναδημοσιεύει και σχολιάζει επιστολή του Πέτρου Άθωνα. Αυτό ήταν το ψευδώνυμο του Προκόπη Παπαλοΐζου, «δασκάλου, φίλου και ομοϊδεάτη του Ανθία». Όπως σημειώνει ο Σοφοκλέους, με την επιστολή αυτή ο Άθωνας  «υποστήριζε τον Ανθία μετά τη δημοσίευση του βιβλίου του Δευτέρα Παρουσία. Για το γεγονός αυτό κινδύνευσε να αφοριστεί από την Ιερά Σύνοδο, γι' αυτό και αποκήρυξε το περιεχόμενό της». Στο ίδιο αφιερωματικό τεύχος δημοσιεύονται κείμενα των Γιάννη Σοφόκλη, Θεοδόση Πυλαρινού, Κυριάκου Ιωάννου και Μαρίας Μιχαηλίδου γύρω από το έργο του Τεύκρου Ανθία, και αναδημοσιεύονται κείμενα του ίδιου του ποιητή για τον Μ. Καλομοίρη και την κυπριακή λαϊκή μουσική.[18]
Συνοψίζοντας, συμπεραίνουμε ότι ο Α. Κλ. Σοφοκλέους: α) Συνέβαλε ώστε να αναδειχθεί η σημαντική συνεισφορά του Τεύκρου Ανθία στον τομέα της δημοσιογραφίας, η οποία αποτέλεσε το κύριο βιοποριστικό επάγγελμα του ποιητή για πολλά χρόνια. β) Ήταν από τους πρώτους μελετητές[19]–αν όχι ο πρώτος– που ανέδειξε την ενασχόληση του Ανθία με την επικαιρική σατιρική ποίηση και είναι αναμφισβήτητα ο πρώτος που ανέδειξε το εύρος και την ποσοτική έκταση αυτής της ενασχόλησης. γ) Συγκέντρωσε σε αυτοτελείς τόμους αθησαύριστα κείμενα του Τ. Ανθία και ανέδειξε το ερευνητικό ζητούμενο για τη συνέχιση αυτής της πολύμοχθης εργασίας. δ) Παρουσίασε σημαντικές ψηφίδες της ζωής του Τ. Ανθία οι οποίες μπορούν να αποβούν χρήσιμες για την έρευνα με στόχο την επιστημονική βιογράφηση αυτής της σημαντικής και πολύπλευρης μορφής των Γραμμάτων μας. ε) Συνέβαλε στην περαιτέρω ανάδειξη της μείζονος και πολυσύνθετης συγγραφικής προσωπικότητας του Τ. Ανθία, που δεν είναι μόνο ο ποιητής των Σφυριγμάτων του αλήτη,  αλλά και θεατρικός συγγραφέας, χρονογράφος, πεζογράφος, κριτικός, μελετητής και σατιρικός ποιητής. 

 Πρώτη δημοσίευση: Κυπριακή Βιβλιοφιλία 5/45 (Ιαν.-Ιούν. 2019) 75-84.








[1] Κυπριακή Βιβλιοφιλία - Φιλοτεχνία 4/44 (Ιούλ.-Δεκ. 2018) 3.
[2] Ενδεχομένως να υπάρχουν και σε άλλα έντυπα, στον ημερήσιο και περιοδικό Τύπο, κείμενα του Α. Σοφοκλέους για τον Τ. Ανθία. Αξίζει να διερευνηθεί αυτή η πιθανότητα.
[3] Με τους εντός παρενθέσεων αριθμούς παραπέμπουμε στις σελίδες του βιβλίου, στο οποίο αναφερόμαστε.
[4] Ευχαριστώ ιδιαίτερα την Ελλάδα Σοφοκλέους για τις πληροφορίες και τη βοήθειά της. Ευχαριστώ επίσης τη Βούλα Κοκκίνου (Εκδόσεις Εν Τύποις), που ευγενώς μου παραχώρησε την ψηφιακή μορφή τού υπό έκδοση βιβλίου του Τεύκρου Ανθία, Ταξιδιωτικά κείμενα (επιμ. Α. Κλ. Σοφοκλέους).
[5] Το παράθεμα αντλείται από τα δακτυλόγραφα του υπό έκδοση βιβλίου του Τ. Ανθία Ταξιδιωτικά κείμενα.
[6] Ό.π.
[7] Για το σύνολο των ομιλητών/ομιλητριών και για τα θέματα των εισηγήσεών τους, βλ. [Συλλογικός Τόμος], Η ζωή και το έργο του Τεύκρου Ανθία (επιμ. Ανδρέας Κλ. Σοφοκλέους), Λευκωσία, Εκδόσεις Ινστιτούτου Μέσων Μαζικής Επικοινωνίας, 2016, passim.
[8] Ό.π., 39-58.
[9] Δεν έχουμε διερευνήσει αν υπάρχουν δημοσιεύματα του Α. Σοφοκλέους για τον Τ. Ανθία στον ημερήσιο και περιοδικό Τύπο πριν από το 2007, έτος κατά το οποίο αρχίζει να εκδίδεται η Κυπριακή Βιβλιοφιλία.
[10] Ανδρέας Κλ. Σοφοκλέους, «Μια πολύτιμη πολιτική και φιλολογική εφημερίδα», Κυπριακή Βιβλιοφιλία 11 (Σεπτ.-Νοέμβρ. 2009) 34-35. Εφεξής, στις λοιπές παραπομπές σε δημοσιεύματα του Σοφοκλέους στην Κυπριακή Βιβλιοφιλία, το όνομα του συγγραφέα παραλείπεται, ως αυτονόητο. 
[11] Βλ. «Νέα στοιχεία για τον αφορισμό του Τεύκρου Ανθία από την εκκλησία της Κύπρου»· «Από τη στήλη αλληλογραφίας του Τεύκρου Ανθία στην εφημερίδα Πρωινή 1932-1937»· «18 μήνες στις Κεντρικές Φυλακές. Προδημοσίευση αποσπάσματος απομνημονευμάτων του Τεύκρου Ανθία», Κυπριακή Βιβλιοφιλία 16 (Χειμώνας 2010-2011) 7-10.
[12] «Από το δημοσιογραφικό έργο του Τεύκρου Ανθία. Η συνεργασία του Τεύκρου Ανθία με την εφημερίδα ΔΗΜΟΚΡΑΤΗΣ», Κυπριακή Βιβλιοφιλία 33 (Άνοιξη 2015) 47-49.
[13] «Το δημοσιογραφικό έργο του Τεύκρου Ανθία», Κυπριακή Βιβλιοφιλία 34 (Καλοκαίρι 2015) 30-41.
[14] Ό.π.
[15] «Τάδε έφη ο Πεννοφόρος», Κυπριακή Βιβλιοφιλία 36 (Χειμώνας 2015) 50-53.
[16] «Η αναχώρηση από την Κύπρο του Τεύκρου Ανθία το 1948», Κυπριακή Βιβλιοφιλία 37 (Άνοιξη 2016) 36-39.
[17] «Ένας φιλολογικός καυγάς γύρω από την κηδεία του Δημήτρη Λιπέρτη», Κυπριακή Βιβλιοφιλία - Φιλοτεχνία 2/42 (Ιούλ.-Δεκ. 2017) 13-17.
[18] «Αφιέρωμα στον Τεύκρο Ανθία. 50 χρόνια από τον θάνατό του (1903-1968)», «Μια σημαντική επιστολή του Πέτρου Άθωνα προς υπεράσπιση του Τεύκρου Ανθία», Κυπριακή Βιβλιοφιλία - Φιλοτεχνία 4/44 (Ιούλ.-Δεκ. 2018) 3-11.
[19] Για το ίδιο θέμα, βλ. Νίκος Παναγιώτου – Παύλος Παρασκευάς, Κυπριακά φιλολογικά ψευδώνυμα, Λευκωσία, 1984, 33· Κ.Γ. Γιαγκουλλής, «Αθησαύριστες και άγνωστες εκδόσεις», Μικροφιλολογικά 28 (Φθινόπωρο 2010) 38˙ Νίκος Παναγιώτου, "Corrigenda et attenda", Κυπριακή Βιβλιοφιλία 14 (Καλοκαίρι 2010) 43, όπου πληροφορία για εννιά φυλλάδια συνολικής έκτασης 44 σελίδων με σατιρικά ποιήματα του Τ. Ανθία, υπό τον τίτλο «Τάδε έφη Πεννοφόρος» και για τον σχεδιαστή της στήλης ζωγράφο Κώστα Στάθη (1913-1987)· Λευτέρης Παπαλεοντίου, «Σατιρικά μονόφυλλα του Τεύκρου Ανθία», Μικροφιλολογικά 37 (Άνοιξη 2015) 52.











Πέμπτη 17 Οκτωβρίου 2019

ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ ΣΤΗΝ ΕΚΔΗΛΩΣΗ "ΒΡΑΔΙΑ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ ΚΑΙ ΚΡΙΤΙΚΗΣ" ΤΟΥ Ο.Λ.Κ.



Χαιρετισμός του Προέδρου του Ομίλου Λογοτεχνίας και Κριτικής Λεωνίδα Γαλάζη στην εκδήλωση Βραδιά Λογοτεχνίας και Κριτικής, 16 Οκτωβρίου 2019, ώρα 19.00
Πολιτιστικό Κέντρο Δήμου Στροβόλου


Κύριε Διευθυντή των Πολιτιστικών Υπηρεσιών του Υπουργείου Παιδείας, Πολιτισμού, Αθλητισμού και Νεολαίας,
Κυρία Πρόεδρε του Ομίλου Φίλων της Δημοτικής Βιβλιοθήκης Στροβόλου,
Κύριε Πρόεδρε του Κυπριακού Συνδέσμου Παιδικού και Νεανικού Βιβλίου,
Κυρία Πρόεδρε της Πολιτιστικής Κίνησης Λάρνακας,
Αγαπητά ιδρυτικά μέλη και νέα μέλη του Ομίλου Λογοτεχνίας και Κριτικής,
Κυρίες και κύριοι,

Με ιδιαίτερη χαρά και συγκίνηση απευθύνω, εκ μέρους του Διοικητικού Συμβουλίου, χαιρετισμό στην αποψινή εκδήλωση με την οποία ο Όμιλος Λογοτεχνίας και Κριτικής ξεκινάει τη διαδρομή του στα πολιτιστικά δρώμενα της Κύπρου. Η παρουσία εδώ του Διευθυντή των Πολιτιστικών Υπηρεσιών κ. Π. Παρασκευά είναι για εμάς ιδιαίτερα σημαντική, καθότι τη θεωρούμε ως ένδειξη του ενδιαφέροντος της πολιτείας για στήριξη των δράσεών μας στους τομείς της λογοτεχνικής δημιουργίας, της κριτικής και της μετάφρασης, καθώς και της φιλολογικής έρευνας γύρω από την κυπριακή λογοτεχνία και των σχέσεών της με την ευρύτερη νεοελληνική και παγκόσμια λογοτεχνία. Ουσιώδης είναι επίσης η συμβολή του Ομίλου Φίλων της Δημοτικής Βιβλιοθήκης Στροβόλου, με τον οποίο συνδιοργανώνουμε την αποψινή εκδήλωση, χάρη στο ενδιαφέρον της προέδρου του, δρος Μαρίας Μιχαηλίδου, η οποία είναι και ιδρυτικό μέλος του Ομίλου μας. Ευχαριστούμε λοιπόν τον κ. Παρασκευά και την κ. Μιχαηλίδου. Τις ευχαριστίες μας απευθύνουμε και προς τον Δήμαρχο Στροβόλου κ. Ανδρέα Παπαχαραλάμπους, που έθεσε υπό την αιγίδα του τη διοργάνωση αυτή. Οι ευχαριστίες μας απευθύνονται και στον ηθοποιό Δημήτρη Αντωνίου για την τιμητική συμμετοχή του στην εκδήλωσή μας. 
Στην εκδήλωσή μας αποφασίσαμε να προσδώσουμε ομαδικό χαρακτήρα, με στόχο να δοθεί ευκαιρία σε όσο το δυνατό περισσότερα από τα μέλη μας να λάβουν μέρος σε αυτή τη λογοτεχνική συνάντηση. Το μήνυμα που επιδιώκουμε να δώσουμε με αυτό τον τρόπο τόσο στα υφιστάμενα μέλη μας, αλλά και στα νέα μέλη που έχουν ήδη εγκριθεί πρόσφατα από το Διοικητικό Συμβούλιο, είναι ότι δεν τους ξεχνούμε, αλλά αντίθετα επιζητούμε την ενεργό συμμετοχή τους σε όλες τις εκδηλώσεις και στις άλλες δράσεις του Ομίλου μας. Με συλλογικότητα και γόνιμη ανταλλαγή απόψεων, ιδεών και εμπειριών, έχουμε τη δυνατότητα να πετύχουμε πολλά, με πνεύμα ανιδιοτέλειας και διάθεση προσφοράς στην κοινωνία και στον πολιτισμό μας, δεδομένου ότι η όλη δραστηριοποίησή μας είναι εθελοντική.
Η συλλογικότητα είναι για εμάς ιδιαίτερα σημαντική και στο επίπεδο του Διοικητικού Συμβουλίου. Από τις 16 Ιανουαρίου 2019 ώς σήμερα το Συμβούλιο εργάστηκε αθόρυβα και συστηματικά για όλη την αναγκαία οργανωτική δουλειά που συνεπάγεται η ίδρυση ενός σωματείου. Γι' αυτό τον λόγο, ευχαριστώ ιδιαίτερα τον αντιπρόεδρο Κυριάκο Ιωάννου, τη γραμματέα Φένια Κινικλή, την ταμία Ηλιάδα Αδάμου και τα μέλη Νάτια Αναξαγόρου, Ανδρέα Γεωργαλλίδη, Απόστολο Κουρουπάκη, Ανδρέα Πάμπουκκα και Ανδρέα Τίφα. Οι ευχαριστίες μας απευθύνονται και σε όλα τα ιδρυτικά μας μέλη, χωρίς τη στήριξη των οποίων θα ήταν αδύνατη η σύσταση του Ομίλου μας, καθώς και στα νέα και στα υποψήφια νέα μέλη που μας τιμούν με την εμπιστοσύνη τους.
Εξάλλου, ο Όμιλος Λογοτεχνίας και Κριτικής αντιμετωπίζει με θετικό πνεύμα τις όποιες εισηγήσεις για συνεργασίες με τα ομόλογα σωματεία του τόπου μας ή και του εξωτερικού. Η πολυφωνία και η ανταλλαγή ιδεών, εμπειριών, απόψεων και οραμάτων είναι πάντοτε για μας επιθυμητή και ευπρόσδεκτη. 
Ο χρόνος δεν μου επιτρέπει να επεκταθώ αναλυτικά στους σκοπούς και στους ειδικότερους στόχους του Ομίλου μας, όπως παρατίθενται στο Καταστατικό, το οποίο είναι στη διάθεση του κοινού στον ιστότοπό μας. Επικεντρώνομαι, μόνο, στην επιδίωξή μας να δώσουμε ώθηση μέσω των δραστηριοτήτων μας στην περαιτέρω ανάπτυξη της λογοτεχνικής κριτικής, έχοντας επίγνωση του μεγάλου βαθμού δυσκολίας αυτού του εγχειρήματος. Πάντως, η κριτική ως λόγος περί του λογοτεχνήματος συνιστά ένα είδος διαλόγου. Αυτός ο διάλογος με τα έργα και τους συγγραφείς είναι ταυτόχρονα λόγος για τον άνθρωπο και τον κόσμο, που γι' αυτόν ακριβώς τον λόγο ενδιαφέρει τους πάντες. Γι' αυτό η ίδια η κριτική είναι καλό να είναι νηφάλια, αντιδογματική και ανοιχτή και η ίδια σε κριτική και αναθεώρηση, σε ένα πλαίσιο γόνιμου προβληματισμού, που αποστρέφεται τα θέσφατα και τις οριστικά τελειωμένες αλήθειες, που ούτως ή άλλως δεν υφίστανται.
Με αυτές τις σκέψεις, ευχαριστώ όλους και όλες που μας τιμάτε απόψε με την παρουσία σας και εύχομαι να χαρείτε τις λογοτεχνικές αναγνώσεις και τις κριτικές προσεγγίσεις που θα ακολουθήσουν. Ο λόγος τώρα ανήκει στους λογοτέχνες και στους μελετητές.

Σας ευχαριστώ.


















Σάββατο 21 Σεπτεμβρίου 2019

Ποίηση κοινωνικά και πολιτικά ευαίσθητη, με έντονα στοιχεία υπαρξιακού προβληματισμού


Λεωνίδας Γαλάζης
Ποίηση κοινωνικά και πολιτικά ευαίσθητη, με έντονα στοιχεία υπαρξιακού προβληματισμού
Γιώργος Χριστοδουλίδης, Μυστικοί άνθρωποι, Αθήνα, Κύμα, 2019, σσ. 91.
Στην έβδομη ποιητική συλλογή του Γιώργου Χριστοδουλίδη, υπό τον τίτλο Μυστικοί άνθρωποι (2019), που εκδόθηκε πρόσφατα, εντοπίζονται τα κύρια γνωρίσματα της ποίησής του, τα οποία επισημάνθηκαν από την κριτική για την ποιητική του διαδρομή από το 1996 (έτος έκδοσης της πρώτης ποιητικής συλλογής του μέχρι σήμερα).[1] Τα 49 ποιήματα που συγκροτούν το νέο ποιητικό βιβλίο του Χριστοδουλίδη είναι γραμμένα στο οικείο πλέον για τους αναγνώστες του έργου του προσωπικό ύφος, χωρίς ωστόσο με αυτό να εξυπακούεται ότι ο ποιητής παρέμεινε στις σταθερές των προηγούμενων βιβλίων του. Αντίθετα, φαίνεται να ενοφθαλμίζει την ποίησή του με περισσότερο εμφανή νεοϋπερρεαλιστικά στοιχεία, που στα προηγούμενα βιβλία του ήταν περιορισμένα, χωρίς να εγκαταλείπει τη ρεαλιστική αποτύπωση περιστατικών της καθημερινής ζωής με κοινωνική ευαισθησία.
Η ποίηση του Χριστοδουλίδη και σε αυτό το βιβλίο είναι πρωτίστως αφηγηματική, με ψήγματα λυρικών στοιχείων, τα οποία εισάγονται στην ποιητική αφήγηση είτε μέσω του εξωλογικού στοιχείου και της τεχνικής της ανατροπής είτε με την ευδιάκριτη φιλοσοφική διάθεση. Η διάθεση αυτή συνδέεται με τον δεσπόζοντα υπαρξιακό τόνο και την προβληματική γύρω από τη ζωή και το νόημά της, καθώς και γύρω από τον θάνατο, αλλά και τα μεταφυσικά ζητήματα. Επιπλέον, η ποιητική γραφή στο νέο αυτό βιβλίο είναι συχνά αυτοαναφορική, καθώς σε αυτήν αποτυπώνεται ο εναγώνιος συχνά προβληματισμός του ποιητή για την τέχνη του και τα όριά της, για το δίπολο ποίηση - πράξη, καθώς και για τη σχέση του ποιητή με τους ομοτέχνους του. Τα γνωρίσματα αυτά συμπληρώνονται από τον συνεχή και επίμονο διακειμενικό διάλογο και τις συχνές διαθεματικές νύξεις ή αναφορές που εμπλουτίζουν την ποιητική θεώρηση των πραγμάτων και την προστατεύουν από μια στενά τοπική ή τοπικιστική οπτική.
Ο τίτλος της νέας συλλογής του Γ. Χριστοδουλίδη, Μυστικοί άνθρωποι, πηγάζει, όπως αναφέρει ο ίδιος, «από την αίσθηση ότι μέσα από τα πλείστα ποιήματα της συλλογής αναδύεται ένα είδος ανθρώπων τόσο συνθλιμμένων κοινωνικά, ψυχολογικά και υπαρξιακά που θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν μυστικοί, διότι συνήθως στην πραγματικότητα περνούν απαρατήρητοι τόσοι αυτοί όσο και τα ακυρωμένα τους όνειρα».[2] Οι κοινωνικές, υπαρξιακές και ποιητολογικές συνδηλώσεις του τίτλου μπορούν να γίνουν καλύτερα κατανοητές με την ανάγνωση του ομότιτλου ποιήματος, στο οποίο ο ενδοκειμενικός ποιητής διακατέχεται από έντονα αισθήματα ενοχής για το γεγονός ότι η ποίηση γράφεται τη στιγμή που στον κόσμο υπάρχει δυστυχία και πόνος. Η παιδική εργασία, η μετανάστευση και οι δύσκολες συνθήκες εργασίας των μεταναστών, οι πόλεμοι και το προσφυγικό πρόβλημα συνεχίζονται, την ώρα που το συλλογικό ποιητικό υποκείμενο (ο ποιητής και οι ομότεχνοί του) απολαμβάνει την πολυτέλεια της εκ του ασφαλούς δημιουργίας. Ως ποίηση, λοιπόν, σε αυτό το ποίημα, δεν εκλαμβάνεται η γραφή των στίχων, αλλά η ίδια η ζωή των «μυστικών ανθρώπων», των ανθρώπων που αγωνίζονται για την επιβίωσή τους σε πολύ δύσκολες συνθήκες: «Όλοι αυτοί ίσως δεν διάβασαν ποτέ ποιήματα [...] / ωστόσο είναι αυτοί που έχουνε γράψει / τα ποιήματά μας / την ηρεμία μας πίσω από τους τέσσερις τοίχους [...] έχουνε θρέψει την υπερμεγέθη φιλοδοξία μας / όσο δεν μπόρεσαν να θρέψουν τα όνειρα / και τα στομάχια τους» (σ. 76). Προφανώς, στο ποίημα αυτό απηχούνται στοιχεία του σοσιαλιστικού ρεαλισμού, και ενδεχομένως και άλλων ρευμάτων, γύρω από τη σχέση ποίησης και πράξης, αλλά και για το γενικότερο ζήτημα της σχέσης του ποιητή με την κοινωνία και της θέσης του σε αυτήν.
Η κοινωνιοκεντρική οπτική εντοπίζεται και σε άλλα ποιήματα της συλλογής, στα οποία σχολιάζονται με ευαισθησία όψεις της καθημερινής βιοπάλης. Λόγου χάρη, στο ποίημα «Δυο κορίτσια στο πρατήριο βενζίνης» αποδίδεται με την τεχνική της υπερβολής και με ευδιάκριτα νεοϋπερρεαλιστικά στοιχεία, η απεγνωσμένη προσπάθεια των νέων εργαζόμενων γυναικών να «διώξουν τη μυρωδιά της βενζίνης / και των λιπαντικών», κάθε βράδυ, που καταλήγει σε αποφλοίωση του δέρματός τους: «[...] βγάζουν στην πώληση τα δερματικά τους υπόλοιπα / παράφρονες δερματέμποροι καιροφυλακτούν / είναι μια καλά υπολογισμένη εμπορική πράξη, / μια ανταλλαγή / για να μπορέσουν να εξασφαλίσουν άλλο δέρμα / πιο φτηνό και καθαρό / ο βυρσοδέψης των ανθρώπινων αισθημάτων / το εφαρμόζει με χαμηλή αμοιβή» (σσ. 40-41). Στο ποίημα «Πέντε γαρύφαλλα» σχολιάζεται με ένταση και με οργή η παιδική εργασία, ως απότοκος εγγενών αδυναμιών του κράτους για την εξάλειψή της. Η κατά τα άλλα ρεαλιστική ποιητική αφήγηση ολοκληρώνεται με τη συνήθη στην ποιητική γραφή του Χριστοδουλίδη μεταφορική / εξωλογική κατακλείδα: «Σήκωσε στάχτες εκείνη τη νύχτα / κι ύστερα τα σπλάχνα της πόλης / πετάχτηκαν έξω» (σ. 67).
Μολονότι στην ποίηση του Χριστοδουλίδη δεσπόζει η ποιητική αφήγηση, ως εκδίπλωση των επιμέρους συμβάντων ενός περιστατικού, δεν είναι όλα τα ποιήματα της νέας συλλογής του αφηγηματικά στον ίδιο βαθμό και κατά τον ίδιο τρόπο. Σε αντίθεση με τα ποιήματα που σχολιάσαμε πιο πάνω, το ποίημα «Θρύμματα» δομείται με βάση ένα και μόνο συμβάν, την πτώση ενός φλιτζανιού στο πάτωμα και τον θρυμματισμό του. Ό,τι ακολουθεί είναι η αποτύπωση των φιλοσοφικών προεκτάσεων του συμβάντος, που λειτουργεί ως αφόρμηση του υπαρξιακού στοχασμού γύρω από το ζήτημα της ακεραιότητας και της ενότητας: «[...] αυτό που λέμε ακέραιο / είναι αυτό που αντιστέκεται να μην σπάσει / αυτό που δεν αφήνεται να πέσει / και να γίνει εκατό κομμάτια / αλλά επιμένει να συγκρατεί / ό,τι το αποτελεί [...]» (σ. 86). Εξάλλου, στο ποίημα «Το φανάρι» αποδίδεται συνοπτικά η βάσανος της ποιητικής γραφής, με την τεχνική της θαμιστικής αφήγησης (σ. 55), ενώ στο ερωτικό ποίημα «Ταχυπαλμία» (σ. 34) συνδέονται αντιστικτικά οι φοβίες του ποιητικού υποκειμένου με την παρουσία της ερωτικής μορφής που συμβάλλει στην άρση των υπαρξιακών ανησυχιών.
Ο επίμονος υπαρξιακός στοχασμός, που δεσπόζει στη νέα ποιητική συλλογή του Γ. Χριστοδουλίδη, συνδυάζεται συχνά με την τοποθέτηση της ποιητικής αφήγησης σε μεταφυσικό χωροχρονικό πλαίσιο, όπως είναι οι λίμνες, το δάσος, το ποτάμι, η κόλαση. Σε άλλες περιπτώσεις, ο οικείος χρονότοπος ανοικειώνεται κατά την ανάπτυξη του ποιήματος, ως τόπος πραγμάτωσης ενός εξωλογικού και μεταφυσικού συμβάντος. Στο ποίημα «Η περίπτωση της λέξης πάντα στη λίμνη Τάμπο», ένα κέδρο (αρσενικό που έχασε το φύλο του) και η φανταστική λίμνη Τάμπο (η αγαπημένη γυναίκα) είναι οι πόλοι της ποιητικής και ταυτόχρονα μυθικής αφήγησης, μέσω της οποίας παρουσιάζεται η μετάβαση από τη ζωή στον θάνατο, από τον έρωτα στην παγερή ακινησία και από εκεί στην αιωνιότητα, μετά από μια σειρά μεταστοιχειώσεων και μεταμορφώσεων (σσ. 7-8). Σε θηλυκή αγαπημένη μορφή παραπέμπει η λίμνη και στο ποίημα «Μεγάλη Πέμπτη», που λειτουργεί λυτρωτικά και παρηγορητικά για το ποιητικό υποκείμενο, μετά από έναν μεγάλο πόλεμο (σ. 13). Στο ποίημα «Η λίμνη» το ομώνυμο θεματικό μοτίβο λειτουργεί αφαιρετικά. Μετά από ανομβρία δύο αιώνων, το ποιητικό υποκείμενο περπατά «εκεί όπου κάποτε ήταν η λίμνη / όπως περπατά κανείς / εκεί όπου κάποτε ήταν η αγάπη», με αισθήματα τρόμου, για την ανυπαρξία οποιασδήποτε ελπίδας, σε οικολογικά αλλά και σε οντολογικά συμφραζόμενα: «Λίμνη, της εκμυστηρεύομαι, / δεν θα μπορέσω ποτέ να ξεφύγω / από εκείνο που ήσουν / την ώρα / που απελπισμένα δέντρα / πριν γείρουν και πέσουν με ουρλιαχτό ασύλληπτο / υψώνουν τα τρομώδη χέρια τους μέχρι τον ουρανό / ξεκοιλιάζοντας τα άδεια ασκιά του» (σ. 15). Αντίστοιχα, στο ποίημα «Αφουσιά», όπου ο ποιητής «συνομιλεί» με το έργο Γκέμμα του Δημήτρη Λιαντίνη, η λίμνη, ως μήτρα της ζωής αντιπαραβάλλεται προς τον «έρημο τόπο» και το «αφόρετο και αδοκίμαστο σκοτάδι». Αφουσιά, όπως σημειώνει ο Δ. Λιαντίνης, είναι «η ζωή μας σε σχέση με την αλήθεια και την πραγματικότητα»,[3] δηλαδή παραπέμπει στη βαθύτερη ουσία της ύπαρξής μας. Η γυμνότητα της προσωποποιημένης λίμνης παραπέμπει στην αποκάλυψη των μυστικών δυνάμεων της ζωής, που παρά την ερήμωση, ενδέχεται και στο μέλλον να οδηγήσουν σε μιαν αναγέννηση, αν εμφανιστούν και πάλι «οι τολμητίες που θα λάμψουν ξαφνικά» (σσ. 44-45).
Από την άλλη, ο Γ. Χριστοδουλίδης αξιοποιεί με ευρηματικότητα οικείους στον αναγνώστη χρονότοπους, στο πλαίσιο της ποιητικής σκηνοθεσίας που παραπέμπει στον υπαρξιακό στοχασμό γύρω από διάφορα εναγώνια ερωτήματα. Στο ποίημα «Η πυρκαγιά» η αίσθηση του ποιητικού υποκειμένου ότι το σπίτι του καίγεται (ενώ παραμένει άθικτο) τροφοδοτεί τις βασανιστικές του αμφιβολίες, καθώς βρίσκεται σε μια τρίτη κατάσταση, έξω από τη ζωή και τον θάνατο: «Ξύπνησα μετά από χρόνια. / Σκέφτηκα τότε πως / αν ήμουν ζωντανός / αν ακόμα μπορούσα να οδηγήσω / μάλλον δεν θα προλάβαινα / να σβήσω τη φωτιά. / Ή μήπως είμαι τέτοιες φωτιές που βλέπω / έστω κι αν δεν υπάρχουν» (σ. 16). Η δική μας εντύπωση είναι πως η φωτιά λειτουργεί εδώ ως σύμβολο της οντολογικής αγωνίας, ως αποτέλεσμα των ανησυχιών, των ανασφαλειών, των φόβων του σύγχρονου ανθρώπου. Με παρόμοια τεχνική αποτυπώνεται στο ποίημα «Η γη θα σκεπάσει μια μέρα τον κόσμο» (σσ. 46-48) η εφιαλτική πρόβλεψη για το τέλος της ζωής στον πλανήτη μας. Εδώ η ποιητική αφήγηση αρχίζει χαμηλόφωνα από ένα συνηθισμένο και περιορισμένο χώρο (ένα πέτρινο αμφιθέατρο και το υπερυψωμένο πεζοδρόμιο), για να επεκταθεί στη συνέχεια σε ολόκληρη τη γη και στο σύμπαν. Έχουμε την άποψη ότι στα ποιήματα αυτά η θεώρηση του τέλους της ζωής στον πλανήτη μας δεν είναι στενά και μονοδιάστατα οικολογική, αλλά λειτουργεί ως προέκταση της επίμονης οντολογικής αγωνίας και προβληματικής.
Εξάλλου, στο ποίημα «Ανάσταση» (σ. 9) ο υπαρξιακός τόνος συνδυάζεται με τα στοιχεία της κοινωνικής κριτικής και της ειρωνείας, μέσω των οποίων στηλιτεύονται η υποκρισία, ο καθωσπρεπισμός και η πολύμορφη κρίση σε όλα τα επίπεδα της πολιτικής και κοινωνικής ζωής, κατά τρόπο που παραπέμπει στα ομόθεμα ποιήματα του Κώστα Μόντη «Κηδεία» και «Διάλογος εν ώρα κηδείας». Η αντικομφορμιστική ποιητική γραφή αντιστρέφει τα δεδομένα της πραγματικότητας παρουσιάζοντας τους παρισταμένους στην κηδεία ως νεκρούς, οι οποίοι παρεμποδίζουν την ανάσταση του θανόντος που μέχρι την εμφάνιση της ερωτικής γυναικείας μορφής κειτόταν γαλήνιος: « [...] γαλήνιος, μέχρι την ώρα / που το άρωμα μιας άγνωστης γυναίκας / πλημμύρισε ξαφνικά τον ναό / μιας γυναίκας όλο ψυχή και σάρκα / μιας αχαλίνωτης γυναίκας / κατά λάθος ζωντανής μες στους νεκρούς / έκανε να σηκωθεί ο πεθαμένος / αλλά κανείς δεν του άνοιγε το φέρετρο / κανείς περίλυπος / δεν άνοιγε το φέρετρο στον πεθαμένο». Σε αντίθεση με το πλήθος στο ποίημα «Κηδεία» του Κ. Μόντη, που κι αυτό παρίσταται τυπικά στην κηδεία, στην «Ανάσταση» του Χριστοδουλίδη οι παριστάμενοι στην κηδεία αδυνατούν να δεχθούν το κάλεσμα του έρωτα και της ζωής. Στο ποίημα του πρώτου το πλήθος παρουσιάζεται, μετά τη λήξη της κηδείας να τρέχει ασυγκράτητο στους ανοιξιάτικους αγρούς: «σκόρπισε έπειτα ο κόσμος / και γέμισαν οι αγροί / κι' αργά γύριζαν πια όλοι στα σπίτια τους / μ' αγκαλιές αγριολούλουδα κι' ήλιο».[4] Από την άλλη, στο ποίημα «Διάλογος εν ώρα κηδείας»[5] του Μόντη σατιρίζεται η καθαρά τυπική παρουσία των ομιλητριών στην κηδεία με τη χρήση του αδιαμεσολάβητου διαλόγου τους, που φανερώνει την έλλειψη οποιασδήποτε μέθεξης στην τελετή, σε αντιστοιχία με τους «ελαφρώς θλιμμένους» στο ποίημα του Χριστοδουλίδη, σε μια κηδεία, όπου όλα «ήταν υπέροχα», κατά το εισαγωγικό ποιητικό σχόλιο.
Ενδιαφέρουσα στο πιο πάνω ποίημα είναι η κοινωνική κριτική όψεων της ζωής σε τοπικό επίπεδο, χωρίς τη χρήση τοπικών δεικτών. Με άλλα λόγια, ενώ στα περισσότερα ποιήματα της συλλογής Μυστικοί άνθρωποι η ποιητική αφήγηση τοποθετείται σε οικουμενικό πλαίσιο, δεν λείπουν και εκείνα στα οποία η αφήγηση τοποθετείται σε κυπριακό ή ελλαδικό χώρο.  Διαπιστώνουμε ότι στις Πληγείσες περιοχές, την προηγούμενη ποιητική συλλογή του Χριστοδουλίδη, τα ποιήματα της δεύτερης κατηγορίας ήταν περισσότερα. Στο ποίημα «Δύο κυρίες στην παλιά Λευκωσία» (σ. 21), ενδεικτικό παράδειγμα ποιήματος με σαφείς τοπικούς δείκτες που αναφέρονται στην κυπριακή πραγματικότητα, παρουσιάζεται με ρεαλισμό και αληθοφάνεια, και χωρίς τη χρήση του προσφιλούς στον Χριστοδουλίδη εξωλογικού στοιχείου, μια συνηθισμένη  σκηνή, εκείνη της αναχώρησης από την κυριακάτικη λειτουργία. Στο ποίημα αυτό, αφενός, αποτυπώνεται υπαινικτικά η συνεχιζόμενη κατοχή («Τις Κυριακές / χαμηλότερα από την προσευχή του μουεζίνη / που αγκιστρώνεται σαν σκέπαστρο στον αέρα [...]») και, αφετέρου, η ατμόσφαιρα της παλιάς Λευκωσίας, με τον «συρμό / πολλών παράξενων ανθρώπων [που] σκορπίζεται / στα οφιοειδή σοκάκια».
Με διαφορετική τεχνική αποτυπώνεται στο ποίημα «Η τελετή» (σ. 65) το συνεχιζόμενο δράμα των αγνοουμένων. Εδώ λείπουν οι τοπικοί δείκτες και η ποιητική αφήγηση εκφέρεται χωρίς την επιδίωξη της αληθοφάνειας, δεδομένου ότι εξαρχής το εξωπραγματικό στοιχείο συμφύρεται εξωλογικά με το πραγματικό. Οι τραγικές φιγούρες «των προδομένων από παντού» ανθρώπων, που «κρατώντας με ραγισμένα δάκτυλα / κιτρινισμένες φωτογραφίες αγαπημένων / σέρνονται σαν κάμπιες σε αχειροποίητους δρόμους» κατευθύνονται σε έναν χώρο όπου θα πραγματοποιηθεί μια τελετή, κατά την οποία είναι αδύνατον πια να διακρίνει κανείς ποιοι είναι οι ζώντες και ποιοι οι εικονιζόμενοι στις φωτογραφίες, μετά το εξωλογικό γεγονός της ανταλλαγής των μεταξύ τους ρόλων: «Παιδιά και συγγενείς λοιποί / άλλοι πηδάνε από τα κάδρα / κι άλλοι τα στελεχώνουν / όσοι ήτανε πριν φωτογραφίες / κρατούνε τώρα τις φωτογραφίες / εκείνων που τους έψαχναν / εμφανίζονται σαν άνθρωποι κανονικοί / που επέστρεψαν κι αναζητούν / μα δεν βρίσκουν / τους δικούς τους». Με την αντιμετάθεση αυτή των ρόλων ζωντανοί vs νεκροί, που εντοπίσαμε και προηγουμένως, ενδεχομένως αποδίδονται τα στοιχεία της αλλοτρίωσης και της φθοράς, της κάμψης της αγωνιστικότητας, με λιτότητα και χωρίς ρητορικές υπερβολές.
Ποια είναι, λοιπόν, η θέση και ποιος ο ρόλος του ποιητή σε μια κοινωνία με τόσες έκδηλες ή κρυμμένες και μυστικές παθογένειες, όπως είναι αυτή που περιγράφεται στα νέα ποιήματα του Χριστοδουλίδη; Ο ενδοκειμενικός ποιητής, έστω και αν σε κάποια ποιήματα με αυτοαναφορικό χαρακτήρα σχολιάζει τις προτιμήσεις του για ποιήματα ομοτέχνων του ή και αναφέρεται ακροθιγώς στη διαδικασία της ποιητικής δημιουργίας (λόγου χάρη στο ποίημα «Η μαγική στιγμή», σσ. 19-20), σε άλλα ποιήματα τοποθετείται με περισσότερη τόλμη σε σχέση με ζητήματα, όπως είναι το ποιητικό σινάφι αλλά και ευρύτερα η θέση και ο ρόλος του ποιητή στην κοινωνία. Σε σχέση με το πρώτο ζήτημα, εκφράζει την εναντίωσή του στις συναλλαγές, που μερικές φορές συνεπάγεται η ένταξη ενός ποιητή στο σινάφι των ομοτέχνων του: «Εγώ δεν έκτισα ψηλά παλάτια / δεν έγινα μέλος της σέκτας των ποιητών / δεν έγινα ικέτης [...]» («Ιστορίες αποκαθήλωσης», σσ. 22-23). Παρόμοια, στο ποίημα «Η περιπέτεια της ποίησης» (σσ. 62-63) εντοπίζουμε το ρομαντικής προελεύσεως θεματικό μοτίβο της αναχώρησης του ποιητή από την κοινωνία (επιμέρους θεσμός της οποίας είναι και το σινάφι των ομοτέχνων) και της εναντίωσής του απέναντι σε αυτήν: «Δοκίμασα να υπάρξω μέσα στη χλαλοή / η χλαλοή ήταν πανίσχυρη / με πέταξε έξω». Ο αναχωρητής ποιητής ακολουθεί τους «αβάδιστους δρόμους της ποίησης» και έπειτα αυτοί εξαφανίζονται, με αποτέλεσμα η ποιητική δημιουργία να προσλαμβάνει τον χαρακτήρα μιας περιπέτειας, με ό,τι συνεπάγεται αυτό.
Ωστόσο, λαμβάνοντας υπόψη το ποίημα «Μυστικοί άνθρωποι» και την προβληματική που αναπτύσσεται σε αυτό γύρω από τη σχέση της ποιητικής δημιουργίας με τα ποικίλα πολιτικά και κοινωνικά ζητήματα που ταλανίζουν τον σύγχρονο κόσμο, θεωρούμε ότι −παρά τις επιμέρους και μεμονωμένες αναφορές στην αναχώρηση του ποιητή από την κοινωνία και την πρόσκαιρη εναντίωσή του σε ορισμένους θεσμούς της− η ποίηση του Γ. Χριστοδουλίδη παραμένει κοινωνικά και πολιτικά ευαίσθητη. Το μοντέλο του ποιητή που ανιχνεύεται τόσο στην υπό παρουσίαση συλλογή του όσο και στις προηγούμενες είναι εκείνο του ποιητή ευαίσθητου δέκτη των ανησυχιών και προβλημάτων του κοινωνικού συνόλου και ταυτόχρονα εκφραστή της εποχής του. Από αυτή την άποψη, θα ενδιέφερε να προσεγγισθεί συγκριτικά η σχέση ποιητή και κοινωνίας τόσο σε συνάρτηση με το έργο των ποιητών της Γενιάς του 1990, στην οποία εντάσσεται ο Χριστοδουλίδης −ως ένας από τους σημαντικότερους εκπροσώπους της−, όσο και σε σχέση με το έργο παλαιότερων ποιητικών Γενεών. Η διεύρυνση της διακειμενικής αυτής προσέγγισης σε σχέση και με τις αντίστοιχες Γενιές της ευρύτερης νεοελληνικής λογοτεχνίας θα ήταν εξαιρετικά ενδιαφέρουσα.




[1] Βλ. ενδεικτικά Γιώργος Κεχαγιόγλου-Λευτέρης Παπαλεοντίου, Ιστορία της νεότερης κυπριακής λογοτεχνίας, Λευκωσία, Κέντρο Επιστημονικών Ερευνών, 2010, σ. 733· Αιμίλιος Σολωμού, «Γιώργου Χριστοδουλίδη, Μεταξύ ουρανού και γης, Αθήνα, Φαρφουλάς 2013», Άνευ 48 (Καλοκαίρι 2013) 82-84· Χρήστος Μαυρής, «Η ποίηση των κοινωνικών αδιεξόδων», Χαραυγή, 8 Ιουλίου 2013· Λεωνίδας Γαλάζης, «Ποίηση του ουσιώδους», Νέα Εποχή 326 (Καλοκαίρι 2016) 85-89 [= Λ. Γαλάζης, Κείμενα, τρόποι, σημασίες. Θέματα λογοτεχνίας, Αθήνα, Ίαμβος, 2018, σσ. 149-156].
[2] Απάντηση του ποιητή σε ερώτημά μας σχετικά με τον τίτλο της συλλογής και τις πιθανές πηγές του, διακειμενικές ή άλλες.
[3] Βλ. Δημήτρης Λιαντίνης, Γκέμμα, Αθήνα, εκδ. Δ. Λιαντίνη, σσ. 57, 243: http://users.sch.gr/kdimitrakakis/kdim/dimosieuseis/liantinis_d_gemma.pdf, πρόσβαση: 16 Αυγ. 2019.
[4] Κώστας Μόντης, «Κηδεία», Αγνώστῳ ανθρώπῳ, Λευκωσία, 1968, Άπαντα Α΄: Ποίηση, Λευκωσία, Ίδρυμα Αναστάσιου Γ. Λεβέντη, 1987, σ. 478.
[5] Κώστας Μόντης, «Διάλογος εν ώρα κηδείας», Κύπρια ειδώλια, Λευκωσία, 1980, Άπαντα Α΄: Ποίηση, Λευκωσία, Ίδρυμα Αναστάσιου Γ. Λεβέντη, 1987, σ. 1058.